Σπύρος Τσοβίλης: Στη μνήμη της Τριάδας Καραγεωργίου

Σήμερα (27/1/2016) έσβησε η κυρία Τριάδα.
     Το όνομά της αρκούσε για να την ξεχωρίσει κανείς απ’ όλες τις άλλες Τριάδες του κόσμου. Για όλους όσους την γνωρίσαμε. Είναι πολλά τα παιδιά διαφορετικών γενεών, που είχαν την τύχη να την έχουν δασκάλα: στο Σουφλί, εκεί όπου γεννήθηκε στις 13 Ιουνίου 1929, κοντά στα ηπειρωτικά σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία και τη Βουλγαρία, στην Αθήνα, στο Ναύπλιο ή στο Παρίσι.


     Η κυρία Τριάδα ήταν ακριβώς ο άνθρωπος, που ο καθένας μας θα ήθελε τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του να έχει για δασκάλα. Ήταν το αρχέτυπο, η τιμή και η δόξα. Απλά, με το να είναι εκείνη που ήταν, την προσωπικότητά της, την ιστορία της, την εξυπνάδα και τη γενναιοδωρία της και όλα όσα μετέδιδε.
     Ο Κορνήλιος Καστοριάδης έλεγε πως δεν μαθαίνουμε σε βάθος τίποτα στη ζωή, παρά μόνο αν κάποια στιγμή, στο σχολείο ή στο Πανεπιστήμιο, συναντήσουμε έναν δάσκαλο ή δασκάλα, ή έναν καθηγητή ή καθηγήτρια, που να τον ερωτευτούμε! Και παθιάζουμε μαζί του ή μαζί της και με ό,τι διδάσκει, γιατί βλέπουμε πως κι εκείνος ή εκείνη παθιάζεται με το αντικείμενο που διδάσκει. Ο Πλάτωνας το είχε κιόλας πει: δεν υπάρχει παιδεία χωρίς έρωτα.
     Είναι αδύνατο να ξεχάσει κανείς τη διδασκαλία της κυρίας Τριάδας, γιατί μας την πρόσφερε με μια ιδιαίτερη αγάπη, ένα μίγμα πάθους και σοφίας, ελευθερίας και σεβασμού. Οι επαγγελματικές της υποχρεώσεις περιορίζονταν στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας: είτε στην Ελλάδα, στα διάφορα μέρη όπου διοριζόταν, και ήταν πολλά γιατί «στιγματισμένη» ως «δημοκρατική» ή «αριστερή» από τη δικτατορία άλλαζε συνέχεια σχολεία.
     Κατόπιν, στο Παρίσι, όπου κάθε βράδυ, κάθε Τετάρτη απόγευμα και τα πρωινά του Σαββάτου δίδασκε τα ελληνικά, μετά τα μαθήματα των γαλλικών, στο δημόσιο γαλλικό σχολείο (l’école de la République). Αλλά δεν της αρκούσε αυτό – και στην πραγματικότητα δεν περιορίστηκε σε αυτό. Γιατί η κυρία Τριάδα ήταν ποιήτρια. Και μας μάθαινε, πάνω απ’ όλα, ν’ αγαπάμε την ποίηση, τη μυθολογία, την Ιστορία, τη λογοτεχνία και την φιλοσοφία. Μας μάθαινε χορό, τραγούδι και θέατρο και σκηνοθετούσε θεάματα, όπου ο καθένας μας είχε έναν ρόλο να παίξει. Σίγουρα δεν ήταν σύμπτωση που στην ηλικία όπου άλλα παιδιά γράφουν χιλιόμετρα ολόκληρα ορθογραφίας ή καλλιγραφίας, βάσει κάποιας εγκυκλίου του Υπουργείου Παιδείας, ή παίζουν χωρίς να σηκώσουν κεφάλι με το xbox και τον υπολογιστή, οι μαθητές της κυρίας Τριάδας ήξεραν όλα τα ποιήματα για την αγάπη του Ελύτη, του Ρίτσου και του Σεφέρη κι ήταν όλοι ερωτευμένοι! Σήμερα, ακόμη, είναι πολλοί εκείνοι που στη μνήμη τους μιμούνται την φωνή της για να διαβάσουν ένα κείμενο λυρικό, μ’ εκείνο τον ξεχωριστό αισθησιασμό, την τρυφερότητα και τη σοβαρότητα, που ήξερε να εμπνέει στο ακροατήριό της.
     Η ζωή της κυρίας Τριάδας δεν ήταν εύκολη. Παιδί μουσικών και φιλόμουσων, ο μπαμπάς της είχε ένα καφενείο στην είσοδο του χωριού, στο Σουφλί, κι ήταν το μόνο μαγαζί που οι Ναζί έκαψαν στο πέρασμά τους. Αργότερα, με την απελευθέρωση και την έναρξη του Εμφυλίου, την συνέλαβαν, οι ελληνικές Αρχές αυτή την φορά, με την κατηγορία ότι μοίραζε φυλλάδια που μια ηλικιωμένη γυναίκα, ντυμένη παραδοσιακά στα μαύρα, της είχε δώσει στον δρόμο και γιατί την είχαν ακούσει να σιγοτραγουδάει τραγούδια αντιστασιακά. Ποτέ στη ζωή της δεν ανήκε σε κάποιο κόμμα. Οι βασανιστές, αρσενικοί πατριώτες και υπερήφανοι φύλακες της τάξης και της λογικής, δεν την άφησαν ήσυχη. Την βασάνισαν άγρια. Ήταν μόνο 17 ετών… «Τι τα θέλεις», έλεγε, «είχα αδυναμία στα αντιστασιακά τραγούδια. Με χτυπούσαν, σβήνανε τσιγάρα πάνω στο στήθος μου, αλλά εγώ συνέχιζα να τραγουδάω και να τραγουδάω!»
     Αυτή η γυναίκα, που τόσο αγάπησε, τέλειωσε τη ζωή της σ’ ένα ίδρυμα στα νότια προάστεια της Αθήνας, το «σπίτι της αγάπης». Ένα ίδρυμα όμοιο με τη χώρα, στην οποία βρίσκεται: ξεχασμένο απ’ όλους και όλα… Έφυγε με πολύ πόνο και δυστυχία και λίγη παρηγοριά. Γνώρισε την απελπισία και έζησε τον εξευτελισμό της χώρας της σαν μια μεγάλη ντροπή. Έζησε το τέλος της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ένα ιδανικό και μια ελπίδα που μοιραζόταν ακούραστα. Κάθε χρόνο, η ταπεινή της σύνταξη, που της επέτρεπε να πληρώνει το ίδρυμα στο οποίο νοσηλευόταν, κουτσουρευόταν όλο και λίγο παραπάνω… Αλλά ενώ η σύνταξή της κοβόταν όλο και περισσότερο, το μηνιαίο ενοίκιο στο ίδρυμα δεν μπορούσε να μειώνεται ανάλογα, αλλιώς η ίδια η λειτουργία του ιδρύματος θα έμπαινε σε κίνδυνο, παρ’ όλη την αφοσίωση του διοικητικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Το ίδρυμα είχε τραγικές ελλείψεις στα πάντα. Είναι θαύμα που στέκεται ακόμα όρθιο και προσφέρει στέγη σ’ έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ανθρώπων.
     Όσο για την κυρία Τριάδα, εκείνη δεν μπορούσε να σταθεί άλλο όρθια… Η ζωή δεν την κρατούσε άλλο, Τρία χρόνια νωρίτερα είχε χάσει ό,τι πιο πολύτιμο είχε στη ζωή της, την κόρη της, το καμάρι της, την ποιήτρια και καθηγήτρια Πανεπιστημίου Μπίλη Βέμη, που έφυγε από καρκίνο πολύ νέα. Εδώ και καιρό, αυτή η ασθένεια δεν είναι πια ένα προσωπικό δράμα, είναι μια συλλογική τραγωδία. Η κρίση ήταν στο φόρτε της. Στο νοσοκομείο, που πήγαμε να δούμε τη Μπίλη, το ιατρικό προσωπικό ήρθε να της πάρει αίμα για τρίτη φορά σε μια μέρα, γιατί οι πρώτες δυο εξετάσεις είχαν χαθεί… Ο γιατρός και οι νοσοκόμες πέρασαν πολλές φορές για να ζητήσουν συγγνώμη και να παραπονεθούν για τις απάνθρωπες συνθήκες, στις οποίες έπρεπε να εξασκούν το επάγγελμά τους, χωρίς αρκετά οικονομικά μέσα και με περιορισμένο ανθρώπινο δυναμικό.
     Τα τελευταία χρόνια της κυρίας Τριάδας ήταν έτσι παρόμοια με την εικόνα της πατρίδας της, χρόνια χαμένα στον πόνο, την απελπισία, την άρνηση και μια άθλια αλληλεγγύη, σε πλήρη αντίθεση με τη δική της τεράστια γενναιοδωρία, το μεγάλο κουράγιο της , την όμορφη και βαθιά παιδεία της. Για όποιον ερχόταν να την δει, είχε πάντα μια αστεία ή συγκινητική ιστορία να διηγηθεί, υπέροχους στίχους, μερικές σελίδες γεμάτες από ανθρώπινη εξυπνάδα, στιγμές ηλιόφωτης ζωής και φιλίας…
     Ας της αποδοθούν οι τιμές που της αξίζουν, σήμερα, γιατί τότε που όλα φαίνονται να γκρεμίζονται, τότε που οι άνθρωποι δεν ξέρουν πια πώς να συνεχίσουν να ζουν, νε πλέξουν δεσμούς φιλίας, ν’ αγαπήσουν, να χαρούν, να τραγουδήσουν κάτι καινούργιο, τότε που ο ουρανός μοιάζει να σκοτεινιάζει και οι διψασμένοι για κυριαρχία και πλούτο φαίνονται έτοιμοι να νικήσουν, το τραγούδι και το γέλιο της κυρίας Τριάδας ξεπηδάει μέσα από τα σωθικά μας και κάνει τις καρδιές ν’ ανθίζουν πάλι, θυμίζοντάς μας ότι ο κόσμος είναι πιο ωραίος και ότι η ζωή είναι μια γιορτή.
     Ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, όσο μπορούμε ακόμα ν’ απαγγείλουμε μερικούς στίχους. Τίποτα δεν θα δώσει μεγαλύτερη χαρά στην κυρία Τριάδα από το να ξέρει ότι κάποια από τα ποιήματά της διαβάζονται ακόμη, κάπου, κάποτε. Όπως τα παρακάτω, από τη συλλογή της Έλυτρο:

Ρίζες
Τις νύχτες γεννιούνταν οι ρίζες
οι εσπερίδες οδηγούσαν τα χέρια σου
αμφορείς ειρήνης

Τις νύχτες οι ρίζες πλήθαιναν
δε φοβούνταν το θερισμό
Το ημερολόγιο ακίνητο
η στιγμή κι ο θάνατος παρόντες
κι η νύχτα έλυτρο
στον πλούσιο κάμπο
στη μυστική σπονδή της βλάστησης

Άσπρο
Υγρές φλόγες πυρπολούν το κορμί
και τραγούδια σειρήνων
Η άνοιξη γυροφέρνει το σπίτι μας
ξυπόλητη
τα κεραμίδια έσπασαν από το φως

Κόκκινο
Η άνοιξη δεν θα περάσει ξυπόλητη
τα παραθύρια θα είναι ανοιχτά
και τα μάτια θα καίνε
Κι απόψε...


Σπύρος Τσοβίλης
Στρασβούργο, 27 Ιανουαρίου 2016

No comments: