Διακοπές εργασίας...

Έφυγε χθες ένας φίλος να πάει να περάσει το Πάσχα με κάποιους φίλους του, τον ρωτάω "Τι θα κάνεις αυτές τις μέρες", μου λέει "με περιμένουν για να βάψουμε το σπίτι". Γέλασα, με κοίταξε με περιέργεια. "Γιατί γελάς;" Η συζήτηση άλλαξε ρότα.
     Αλλά το μυαλό συνέχισε στο ίδιο μονοπάτι... και θυμήθηκα δυο σχετικές ιστορίες.

Την μια την αναφέρει ο Πάτρικ Λη Φέρμορ, στον πρώτο τόμο της οδοιπορικής του τριλογίας, στο Η εποχή της δωρεάς (A Time of Gifts). Έχει αποφασίσει να διασχίσει την Ευρώπη, περπατώντας, από τα παράλια της Μάγχης μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Με ένα δισάκι, ελάχιστα χρήματα και πολύ κουράγιο. Όλα αυτά το 1933, καθώς η Ευρώπη ετοιμάζεται να γνωρίσει τη θηριωδία και τις καταστροφές του ναζισμού. Για τις νύχτες, ούτε λόγος για ξενοδοχείο. Βασίζεται στην ευγενική διάθεση πολλών αγροτών, που τον αφήνουν να κοιμηθεί σε κάποια γωνιά του αχυρώνα τους, ή όταν είναι τυχερός, μέσα στο σπίτι. Άλλοτε, τον φιλοξενούν με απρόσμενη φροντίδα - θα του μείνουν πολλοί καλοί φίλοι κι αναμνήσεις. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως τότε υπήρχε η συνήθεια των περιπλανώμενων φοιτητών, και η πρόχειρη φιλοξενία τους.
     Ένα σούρουπο, φτάνει κοντά σ' ένα γερμανικό μοναστήρι, χτυπάει την πόρτα, εξηγεί στον καλόγερο που τον υποδέχεται πως θα ήθελε, αν είναι εύκολο, στέγη για τη νύχτα. Τον δέχτηκαν φιλικά, του έδωσαν ένα κρεβάτι σε κάποιο κελλί, τον πήγαν και στην κουζίνα να φάει κάτι. Είδε πως υπήρχαν κι άλλοι φιλοξενούμενοι. Νωρίς το πρωί, χαράματα, τον ξύπνησαν, όπως και τους άλλους. Ντύθηκαν, βγήκαν έξω, τους περίμενε ένας καλόγερος με τσεκούρια κι άλλα εργαλεία. Με λίγα λόγια τους εξήγησε πως για την φιλοξενία δεν ζητούσαν χρήματα, αλλά ήθελαν σε ανταπόδοση λίγη βοήθεια στην προετοιμασία για τον χειμώνα που πλησίαζε. Κι έτσι όλοι τους εργάστηκαν για μια ώρα, κόβοντας, μεταφέροντας και στοιβάζοντας τα ξύλα, στην αυλή. Κι όταν πέρασε η ώρα, τους περίμενε στην άκρη της αυλής ο καλόγερος, μάζεψε ένα-ένα τα εργαλεία, κι έδωσε στον καθένα τους ένα μεγάλο κομμάτι ψωμί και μια κούπα αχνιστό καφέ!
     Και μετά, o Πάτρικ Λη Φέρμορ πήρε το δισάκι του και συνέχισε την περιπλάνησή του...

Η δεύτερη ιστορία είναι εικονογραφημένη, την διηγείται ο Hergé, στο άλμπουμ του Le Tresor de Rackham le Rouge (του 1944). Ο Tintin και ο Capitaine Haddock σαλπάρουν με μια μηχανότρατα, το Sirius, σε αναζήτηση ενός θησαυρού. Μαζί τους, ο καθηγητής Tournesol και το ζεύγος των ανεκδιήγητων αστυνομικών Dupont και Dupond.



Κάποια στιγμή πρέπει ο Tintin να βουτήξει μ' ένα σκάφανδρο, για να επιθεωρήσει ένα ναυάγιο. Κι επιστρατεύονται οι άμοιροι D+D για να κρατήσουν σε λειτουργία τον συμπιεστή, που τρομπάρει αέρα στο σκάφανδρο του Tintin.



Η μέρα καλά πάει, ο Tintin επιστρέφει στην επιφάνεια, και κάποια στιγμή το βράδυ αντιλαμβάνονται πως ξέχασαν να ειδοποιήσουν τους άμοιρους D+D πως δεν χρειάζεται πια να "τρομπάρουν" αέρα!



Περνάνε 15 μέρες, οι D+D συνεχίζουν να τρομπάρουν κάθε μέρα.



Η αναζήτηση του θησαυρού τελειώνει, η τράτα γυρίζει στο λιμάνι του Saint-Nazaire, στην παραλία του Ατλαντικού, οι φίλοι αποχαιρετιούνται και λένε οι D+D: "και τώρα, πάμε στην φάρμα ενός φίλου να ξεκουραστούμε". Μόνο που εκεί τους περιμένει μια άλλη παρόμοια μηχανή, που αντί να τρομπάρει αέρα, αλέθει δημητριακά! Και το τρομπάρισμα συνεχίζεται...



Έτσι κι εγώ, έχω κάτι χαμόκλαδα για μάζεμα, φυλαγμένα για τον φίλο, όταν γυρίσει από τον φίλο του!

30/4/2016

No comments: